ΒΑΣΙΛΗΣ Κ.ΛΑΖΑΡΗΣ
Ιστορικός – Συγγραφέας
Η αρχή της λειτουργίας της Ένωσης των Συντακτών των Ημερησίων Εφημερίδων Πελοποννήσου, Ηπείρου και Νήσων, της ΕΣΗΕΠΗΝ, δεν συνέπεσε με την πρώτη εμφάνιση της δημοσιογραφίας στην Πάτρα και στην ευρύτερη περιοχή ή τουλάχιστον δεν την ακολούθησε ύστερα από μικρό σχετικά χρονικό διάστημα. Σημειώθηκε 100 περίπου χρόνια μετά την κυκλοφορία της πρώτης ελληνικής εφημερίδας σ’ αυτό το χώρο, του «Αχαϊκού Κήρυκος», του οποίου η έκδοση άρχισε τον Ιούνη του 1840, με συντάκτη τον Νικόλαο Μανιάκη.
Οι περισσότεροι από τους συντάκτες των εφημερίδων της επαρχίας, μέχρι τις τελευταίες τουλάχιστον δεκαετίας του 19ου αιώνα, υπήρξαν ερασιτέχνες. Επαγγελματίες δημοσιογράφοι εμφανίστηκαν κυρίως από τα τέλη του αιώνα αυτού και πέρα και μεταξύ τους ο Ανδρέας Μεταξάς, ο Μιχαήλ Σακελλαρίου και ο Διονύσιος Βασιλειάδης.
Ο πρώτος, που συνέλαβε την ανάγκη της δημιουργίας συνδικαλιστικού οργάνου για την προάσπιση των συμφερόντων των δημοσιογράφων των επαρχιακών εφημερίδων ήταν ο Διονύσιος Βασιλειάδης, διευθυντής της «Πελοποννήσου», ο οποίος από τον Απρίλη του 1896 προκάλεσε συγκέντρωση στην Αθήνα αντιπροσώπων πολλών από τις εφημερίδες αυτές, που αποφάσισαν την ίδρυση συνδέσμου συντακτών. Συντάχτηκε μάλιστα και σχετικό καταστατικό – η όλη όμως προσπάθεια ναυάγησε τελικά για αδιευκρίνιστες αιτίες.
Δεύτερη προσπάθεια για τη δημιουργία συνδικαλιστικού δημοσιογραφικού οργάνου, σε τοπικό όμως επίπεδο, επιτυχημένη αυτή τη φορά σημειώθηκε το 1926, όταν μέσα σε μια ανάλογη πανελλαδική κίνηση συγκροτήθηκε η «Ένωσις Συντακτών Πατρών». Η εν λόγω Ένωση διατηρήθηκε μέχρι το 1939, το δε πρώτο Διοικητικό Συμβούλιό της το αποτέλεσαν ο Σπύρος Κουμανιώτης, ως πρόεδρος, ο Θέμης Σωτηρίου ως γραμματέας και ο Χρήστος Λαμπρόπουλος, ως ταμίας.
Το 1939 η «Ένωσις Συντακτών Πατρών» έπαψε να υπάρχει υποχρεωτικά και στη θέση της συγκροτήθηκε, με βάση το νόμο 1093 της μεταξικής δικτατορίας η ΕΣΗΕΠΗΝ. Το πρώτο Διοικητικό Συμβούλιο της εν λόγω νέας Ένωσης είχε διορισθεί από το υφυπουργείο Τύπου και το είχαν αποτελέσει οι πατρινοί δημοσιογράφοι Μάκης Αθανασίου, ως πρόεδρος, Ηλίας Δημόπουλος, ως αντιπρόεδρος, Βρασίδας Λευτάκης, ως γενικός γραμματέας, Χρήστος Λαμπρόπουλος, ως ταμίας και Κώστας Καγκελάρης, ως απλός σύμβουλος.
Ο νόμος 1093, με βάση τον οποίο ιδρύθηκε η ΕΣΗΕΠΗΝ, υπήρξε συμπληρωματικός του νόμου 1092 «περί Τύπου», όπου, εκτός πολλών άλλων, διατυπωνόταν η αντίληψη της δικτατορικής κυβέρνησης, ότι η «κατάρχησις της ελευθεροτυπίας προς εκτέλεσιν κακουργήματος ή πλημμελήματος» υπολογιζόταν ως ιδιαίτερα επιβαρυντική αιτία για την επιβολή ποινών, με κυρίαρχη εκείνη της στέρησης της ελευθερίας. Θεωρούνταν μάλιστα από τον ίδιο νόμο ως ασυγχώρητο έγκλημα η προσβολή κατά των βάσεων του πολιτεύματος, κατά του πρωθυπουργού και κατά του συνόλου των μελών του υπουργικού συμβουλίου.
Οικονομικό πόρο της ΕΣΗΕΠΗΝ αποτελούσαν τα χρηματικά ποσά, που κατέβαλλαν τα μέλη της για την απόκτηση του δικαιώματος εγγραφής, οι μηνιαίες συνδρομές τους, τα έσοδα από γιορτές και άλλες εκδηλώσεις, οι έκτακτες εισφορές, οι δωρεές και οι κληροδοτήσεις. Οικονομικό πόρο επίσης αποτελούσε το Λαχείο Συντακτών, το οποίο είχε καθιερωθεί πανελλαδικά με βάση τους αναγκαστικούς νόμους 339 και 1093 και όπου η ΕΣΗΕΠΗΝ το 1940 είχε εισπράξει 168.590 δραχμές.
Το Λαχείο Συντακτών υπήρξε απότοκο συγκεκριμένων αναγκών του δημοσιογραφικού κόσμου, τις οποίες είχε παρουσιάσει με απόλυτη ενέργεια σε φυλλάδιό της το 1957 η Ένωση Συντακτών της Αθήνας. Εκεί τονιζόταν ιδιαίτερα η άθλια οικονομική κατάσταση των δημοσιογράφων και η αδιαφορία της πολιτεία ως προς αυτό το θέμα και παράλληλα υπογραμμιζόταν, ότι η ίδια η έκδοση και κυκλοφορία του Λαχείου δεν επιβάραινε οικονομικά ούτε το κράτος, ούτε οποιονδήποτε ιδιωτικό φορέα.
Στις 10 Μάρτη του 1940 το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΣΗΕΠΗΝ οργάνωσε, με την ευκαιρία της Αποκρηάς, την πρώτη χοροεσπερίδα της Ένωσης στο Δημοτικό Θέατρο της Πάτρας, με σκοπό τη συγκέντρωση χρημάτων, που θα αποτελούσαν σημαντικό πόρο για το σχεδιαζόμενο να συσταθεί τότε από την ΕΣΗΕΠΗΝ Ταμείο Αλληλοβοηθείας των συντακτών. Η Ένωση ωστόσο δεν παρέλειπε παράλληλα να μεριμνά για την κατοχύρωση των οικονομικών συμφερόντων των μελών της, που αντιμετώπιζαν στην προκειμένη περίπτωση την αναλγησία των ιδιοκτητών ορισμένων πατραϊκών κυρίως ημερήσιων εφημερίδων.
Πρόβλημα για την Ένωση, που το επέτειναν τα πενιχρά οικονομικά μέσα, αποτελούσε και η εξασφάλιση από μέρους της κάποιων γραφείων, που θεωρούνταν απαραίτητα για τη λειτουργία της. Φαίνεται, ότι το Διοικητικό Συμβούλιό της δεινοπάθησε, για να βρει στην προκειμένη περίπτωση κάποια λύση – τον Σεπτέμβρη του 1940 κατόρθωσε πάντως να νοικιάσει ένα δωμάτιο, με μηνιαίο μίσθωμα 1.000 δραχμών, στο μέγαρο Ηλιόπουλου, στη διασταύρωση Ερμού και Μαιζώνος.
Στις 28 του Οκτώβρη του 1940 η Ελλάδα δέχτηκε στα σύνορά της με την Αλβανία απροκάλυπτη στρατιωτική ιταλική φασιστική επίθεση και η Πάτρα ειδικά, δολοφονική αεροπορική επιδρομή. Οι δραματικές όμως αυτές εξελίξεις είχαν ως αποτέλεσμα, εκτός πολλών άλλων, την αύξηση των οικονομικών προβλημάτων όλων σχεδόν των μελών της ΕΣΗΕΠΗΝ και την αντιμετώπιση από μέρους της ίδιας της Ένωσης στην προκειμένη περίπτωση τραγικών αδιεξόδων. Τα προβλήματα μάλιστα αυτά οξύνθηκαν ακόμη περισσότερο για μερικούς δημοσιογράφους, όταν κάποιες εφημερίδες της Πάτρας, στις οποίες οι εν λόγω δημοσιογράφοι εργάζονταν, προχώρησαν στη μείωση μισθών τους.
Στις 6 του Απρίλη του 1941 εκδηλώθηκε κατά της Ελλάδας και της Γιουγκοσλαβίας γερμανική στρατιωτική επίθεση. Ο ελληνικός στρατός αντιτάχθηκε και στους νέους φασίστες επιδρομείς, τελικά όμως η χώρα καταλήφθηκε από τους γερμανούς και τους ιταλούς ιμπεριαλιστές και μια νέα τραγική περίοδος άρχισε τότε για την Ελλάδα.
Στις σκληρές ημέρες, που σηματοδότησαν την έναρξη της ξενικής κατοχής φαίνεται, ότι η ΕΣΗΕΠΗΝ δεν λειτουργούσε καθόλου – οι δημοσιογράφοι ωστόσο ως μονάδες προσπαθούσαν αυτόβουλα μέσα από τις εφημερίδες, όπου εργάζονταν, να διοχετεύουν, αν όχι το πνεύμα της αντίστασης κατά των κατακτητών, τουλάχιστον την ελπίδα της τελικής ευνοϊκής έκβασης των στρατιωτικών και πολιτικών πραγμάτων. Όταν όμως άρχισε να αναπτύσσεται το κίνημα της Εθνικής Αντίστασης και να κυκλοφορούν οι πρώτες παράνομες εφημερίδες της, κάποιες εκδηλώσεις «ανυπακοής» στις αρχές κατοχής άρχισαν να σημειώνονται στον πατραϊκό «νόμιμο τύπο». Επρόκειτο για ορισμένες καταγγελτικές δημοσιεύσεις, που είχαν ως συνέπεια την προσωρινή διακοπή από τους ιταλούς κατακτητές της έκδοσης των εφημερίδων «Απογευματινή» και «Τηλέγραφος» και τη δίωξη των διευθυντών και μερικών συντακτών τους.
Στις 27 του Φλεβάρη του 1943 πέθανε στην Αθήνα ο εθνικός ποιητής Κωστής Παλαμάς και η κηδεία του την επόμενη μέρα μετατράπηκε σε μεγαλειώδη εκδήλωση του αντιστασιακού πνεύματος του ελληνικού λαού κατά των ξένων κατακτητών. Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΣΗΕΠΗΝ, μετέχοντας στο πανελλήνιο πένθος, συνήλθε έκτακτα σε συνεδρίαση και με ειδικό ψήφισμά του εξέφρασε την οδύνη του για το γεγονός του θανάτου του «εν Πάτραις γεννηθέντος μεγάλου εργάτου των ελληνικών γραμμάτων». Σε μεταγενέστερη, εξάλλου, συνεδρίασή του αποφάσισε την οργάνωση εράνου για την φιλοτέχνηση προτομής του Παλαμά, που τελικά η κατασκευή της πραγματοποιήθηκε πολύ αργότερα από τη δημοτική αρχή της Πάτρας.
Τον Οκτώβρη του 1944 τα κατοχικά στρατεύματα εξαναγκάστηκαν να αποχωρήσουν από την Ελλάδα, η οποία απελευθερώθηκε με τη συμβολή μικρών αγγλικών αγημάτων και κυρίως των δυνάμεων του ΕΛΑΣ. Τα αντιστασιακά έντυπα άρχισαν τότε να κυκλοφορούν ελεύθερα παντού, ενώ η μεγάλη πλειοψηφία των «επίσημων» εφημερίδων, όπως ο «Τηλέγραφος» και ο «Ταχυδρόμος», υποχρεώθηκαν να αλλάξουν τους τίτλους τους.
Εκλογές ωστόσο για την ανάδειξη αιρετής διοίκησης της ΕΣΗΕΠΗΝ ενεργήθηκαν στα τέλη περίπου του 1945 – και στο μέχρι τότε χρονικό διάστημα επικεφαλής της Ένωσης βρισκόταν μια τριμελής επιτροπή, η οποία δεν συνεδρίασε ποτέ, παρά τα συγκλονιστικά γεγονότα, που διαδραματίζονταν σ’ αυτό το χρονικό διάστημα και τοπικά και πανελλαδικά. Ορισμένα μάλιστα από τα γεγονότα αφορούσαν τον τύπο – όπως οι τρομοκρατικές επιθέσεις παρακρατικών στοιχείων κατά των γραφείων της Εαμικής εφημερίδας της Πάτρας «Ελεύθερη Αχαΐα» και των τυπογραφείων της και οι επανειλημμένες συλλήψεις από τις διωκτικές αρχές αρκετών δημοσιογράφων για καθαρά πολιτικούς λόγους.
Το Νοέμβρη του 1945 συγκροτήθηκε σε σώμα το πρώτο αιρετό Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΣΗΕΠΗΝ, το οποίο αποτέλεσαν ο Κώστας Καγκελάρης, ως πρόεδρος, ο Δημήτρης Λάγαρης, ως αντιπρόεδρος, ο Παναγιώτης Γιαννακόπουλος, ως γενικός γραμματέας, ο Βρασίδας Λευτάκης, ως ταμίας και ο Ηλίας Δημόπουλος, ως απλός σύμβουλος. Δυο χρόνια αργότερα, εξάλλου, ψηφίστηκε από τη γενική συνέλευση των μελών της Ένωσης το νέο καταστατικό της, που καθιέρωνε αιρετό πενταμελές Διοικητικό Συμβούλιο του σωματείου με δίχρονη θητεία και προσδιόριζε τα καθήκοντα των συντακτών, τα οποία αναφέρονταν κυρίως στην υποχρέωσή τους να τηρούν αδιάσπαστη επαγγελματική αλληλεγγύη, να μην υποσκάπτουν με την αποδοχή μικρότερου μισθού ή με άλλα ανεπίτρεπτα μέσα την επαγγελματική θέση των συναδέλφων τους και να τηρούν αξιοπρεπή την εξωτερική τους παράσταση και το γόητρο του επαγγέλματος.
Από το 1950 και πέρα η διοίκηση της ΕΣΗΕΠΗΝ, απαλλαγμένη από τους περιορισμούς, που είχε επιβάλει στις ενέργειές της το ασφυκτικό κλίμα του εμφυλίου πολέμου, άρχισε να αναπτύσσει αξιόλογη δράση, η οποία είχε ως θετικό αποτέλεσμα, εκτός πολλών άλλων και τη σταδιακή βελτίωση των οικονομικών της Ένωσης, όπως αυτό μαρτυρείται από τους απολογισμούς της. Είχε συγκεκριμένα εξασφαλίσει σημαντικά για τα μέτρα της εποχής έσοδα, ορισμένα από τα οποία καταναλώνονταν για ενοίκια των γραφείων της Ένωσης, που το 1953 στεγαζόταν στην Κορίνθου 137 και το 1958 στη Γεροκωστοπούλου 20, αλλά και για άλλους σκοπούς, όπως για οικονομικές ενισχύσεις σε χειμαζόμενες οικογένειες δημοσιογράφων, οι οποίοι είχαν πεθάνει και για οικονομικές προσφορές σε εθνικές προσπάθειες.
Το καλοκαίρι του 1957 οι δημοσιογράφοι που εργάζονταν στην πατραϊκή εφημερίδα «Νεολόγος» βρέθηκαν στην ανάγκη να ζητήσουν τη συνδρομή της ΕΣΗΕΠΗΝ ως συνδικαλιστικού οργάνου τους για τη λύση ενός σοβαρού προβλήματος, που αντιμετώπιζαν τότε. Επρόκειτο για την ουσιαστική άρνηση της διεύθυνσης του «Νεολόγου» να τους καταβάλει οφειλόμενες επί μήνες αποδοχές τους- περιστατικό που είχε ως συνέπεια την από μέρους τους κήρυξη απεργίας, με την άμεση ηθική αλλά και υλική προς αυτούς υποστήριξη της ΕΣΗΕΠΗΝ.
Το 1957, όταν πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ένωσης ήταν ο Δημήτρης Λάγαρης, πραγματοποιήθηκαν στην Πάτρα τα εγκαίνια ενός μοναδικού στην Ελλάδα Μουσείου. Επρόκειτο για το Μουσείο Τύπου, που περιείχε ένα πλήθος από παλαιές και σύγχρονες εφημερίδες, που αποτελούσαν γραπτές μαρτυρίες της καθημερινότητας, δοσμένες μέσα από καταγραφές και σχολιασμούς καταστάσεων. Περιείχε επίσης σπάνια βιβλία, αλλά και μοναδικά έγγραφα, τα οποία αφορούσαν σημαντικά τοπικά και πανελλαδικά θέματα και μπορούσαν να χρησιμεύσουν σε ιστορικές έρευνες ως πολύτιμο πρωτογενές υλικό.
Το Μουσείο Τύπου πρωτοστεγάστηκε στη διασταύρωση Πατρέως και Κορίνθου, αργότερα στη διασταύρωση Γεροκωστοπούλου και Ρήγα Φεραίου και στη συνέχεια στα ιδιόκτητα γραφεία της ΕΣΗΕΠΗΝ, στο επάνω μέρος της πλατείας Γεωργίου. Τον Ιούνιο του 1977, όταν πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ένωσης ήταν ο Ιωάννης Καραλής, το Μουσείο μεταφέρθηκε στον 4ο όροφο του Μεγάρου Λόγου και Τέχνης, ενώ σήμερα (2004) είναι εγκατεστημένο στην οδό Μαιζώνος 200, σε ιδιόκτητο διαμέρισμα. Από τους πρωτεργάτες του Μουσείου Τύπου ήταν ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Ν. Πολίτης, που διετέλεσε επί δεκαετίες έφορος του Μουσείου, ενώ την θέση σήμερα κατέχει ο δημοσιογράφος, συγγραφέας Ιωάννης Καραλής.
Η ΕΣΗΕΠΗΝ σε πολλές περιπτώσεις ασχολήθηκε και με γενικά κοινωνικά, πολιτικά και εθνικά θέματα και διατύπωσε στις προκείμενες περιπτώσεις συγκεκριμένες και πάντα αγωνιστικές θέσεις. Έτσι, κατήγγειλε επανειλημμένα την επιθετικότητα της τουρκικής στρατοκρατίας σε βάρος της ανεξάρτητης Κύπρου και τους εγχώριους και ξένους εκείνους παράγοντες, που πολλές φορές βυσσοδομούσαν κατά της ελληνικής δημοκρατίας προβάλλοντας πάντα την άποψη, ότι τα συνδικαλιστικά όργανα δεν υπάρχουν μόνο για την αντιμετώπιση επαγγελματικών προβλημάτων, αλλά ενδιαφέρονται και για γενικότερα θέματα, που αφορούν το λαό και την πατρίδα.
Τον Μάρτη του 1966, ύστερα από πολλές αναβολές, ψηφίστηκε από τη Βουλή το νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο, το οποίο περιείχε τροπολογία, που αφορούσε την ένταξη των μελών της ΕΣΗΕΠΗΝ και συνταξιοδοτικά στο Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Λίγους μήνες ενωρίτερα, εξάλλου, η διοίκηση της ΕΣΗΕΠΗΝ είχε μοιράσει για μελέτη στα μέλη της ένα προσχέδιο καταστατικού, που αναφερόταν στη συγκρότηση οργανισμού επικουρικής τους ασφάλισης, ενός ειδικού ταμείου δηλαδή, που αποτελούσε ήδη πρωταρχικό στόχο της Ένωσης.
Το Γενάρη του 1967 η γενική συνέλευση των μελών της Ένωσης ενέκρινε ομόφωνα το τελικό κείμενο του καταστατικού του εν λόγω ταμείου, το οποίο επικυρώθηκε στη συνέχεια από το Πρωτοδικείο. Το ταμείο αυτό, που η δημιουργία του υπήρξε καρπός κατά πρώτο λόγο των προσπαθειών του γενικού γραμματέα της ΕΣΗΕΠΗΝ Νίκου Λευτάκη, ονομάστηκε «Ταμείον Επικουρικής Ασφαλίσεως Συντακτών» (ΤΕΑΣ) και είχε ως βασικούς του σκοπούς την εφάπαξ οικονομική ενίσχυση των μετόχων μελών του, που αποσύρονταν από το δημοσιογραφικό επάγγελμα εξαιτίας γηρατειών ή ανικανότητας, τη μηνιαία επικούρησή τους και τη χορήγηση μηνιαίων επιδομάτων σε μέλη του, που δεν είχαν εργασία.
Στις 21 Απρίλη του 1967 επιβλήθηκε στην Ελλάδα στρατιωτικοφασιστική δικτατορία και όλες οι δημοκρατικές ελευθερίες, μεταξύ τους και η ελευθεροτυπία, καταργήθηκαν. Από τις εφημερίδες ορισμένες κλείστηκαν, όπως στην Πάτρα το τοπικό δημοσιογραφικό όργανο της ΕΔΑ «Δημοκρατική Πορεία», ενώ όσες διατηρήθηκαν υποχρεώθηκαν να συντάσσονται με το άγχος της έμμεσης λογοκρισίας.
Τον Ιούλη του 1967 η δικτατορική κυβέρνηση προχώρησε στην κατάργηση του Λαχείου Συντακτών – γεγονός, που οδήγησε την δημοσιογραφική Ένωση της Αθήνας στην έκδοση ανακοίνωσης ιδιαίτερα έντονης διαμαρτυρίας. Ανάλογη ανακοίνωση εξέδωσε τότε και η ΕΣΗΕΠΗΝ, η οποία επιπλέον τόνισε, ότι η «κατάργησις του Λαχείου εσήμαινε κατ’ ουσίαν και διάλυσιν των Ενώσεων Συντακτών και ανάσχεσιν του έργου των, όπερ δεν ήτο μόνον συνδικαλιστικόν, αλλά και κοινωφελές και εθνοφελές».
Τον Ιούλη του 1974 καταλύθηκε η δικτατορία, εξαιτίας της αντίστασης του ελληνικού λαού, με αποκορύφωμα την εξέγερση του Πολυτεχνείου το Νοέμβρη του προηγούμενου χρόνου, αλλά και συγκεκριμένων ιδιοτελών παρεμβάσεων ξένων παραγόντων. Τον ίδιο μήνα η τουρκική ηγεσία, με πρόφαση την προσωρινή πραξικοπηματική ανατροπή του κύπριου προέδρου αρχιεπισκόπου Μακαρίου από πράκτορες της ελληνικής χούντας, προχώρησε στην απόβαση στρατιωτικών τμημάτων στη μεγαλόνησο και στην κατάληψη ενός πολύ μεγάλου μέρους των εδαφών της.
Τα συγκλονιστικά αυτά γεγονότα, αλλά και άλλα συμβάντα, που ακολούθησαν την αποκατάσταση της δημοκρατικής νομιμότητας στην Ελλάδα και κυρίως όσα αφορούσαν τις τότε εκλογές και το δημοψήφισμα για τον προσδιορισμό με οριστικό τρόπο του συνταγματικού καθεστώτος της χώρας, είχαν ως αποτέλεσμα την εμφανή μείωση των συνδικαλιστικών δραστηριοτήτων του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΣΗΕΠΗΝ. Λίγο αργότερα ωστόσο η ηγεσία της Ένωσης άρχισε και πάλι να προωθεί στην πρώτη γραμμή τα επαγγελματικά προβλήματα του κλάδου και στη συνέχεια να αναδεικνύει ως πρωτεύουσας σημασίας ζήτημα τη δημιουργία πανελλήνιας δημοσιογραφικής ομοσπονδίας, με σκοπό την αποτελεσματικότερη προάσπιση των επαγγελματικών συμφερόντων των συντακτών. Για το θέμα μάλιστα αυτό αντιπρόσωποι του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΣΗΕΠΗΝ είχαν πάρει μέρος σε ειδικές συσκέψεις των δημοσιογραφικών Ενώσεων στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη, ενώ η ίδια η τοπική Ένωση είχε οργανώσει παρόμοια σύσκεψη στην Πάτρα.
Το Μάη του 1991 πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα το ιδρυτικό συνέδριο της δημοσιογραφικής Ομοσπονδίας, στο οποίο την ΕΣΗΕΠΗΝ εκπροσώπησαν οι
Χρήστος Αθανασίου, Άγγελος Βλαχάκης και Ιωάννης Βουλδής. Το νέο δημοσιογραφικό συνδικαλιστικό όργανο ονομάστηκε «Πανελλήνια Ομοσπονδία των Ενώσεων Συντακτών» (Π.Ο.Ε.Σ.Υ.) και προσδιορίστηκαν ως σκοποί του η εξυπηρέτηση των επαγγελματικών, οικονομικών, ηθικών, ασφαλιστικών και κοινωνικών συμφερόντων των μελών της, η καλλιέργεια ανάμεσα στα μέλη της Ομοσπονδίας πνεύματος αλληλεγγύης και συναδέλφωσης, η συμβολή των συντακτών στη μελέτη και προβολή των θεμάτων, που αφορούσαν την ελευθεροτυπία και η εξασφάλιση για τους δημοσιογράφους των συνδικαλιστικών και δημοκρατικών δικαιωμάτων τους μέσα σε συνθήκες ελευθερίας, ειρήνης και κοινωνικής δικαιοσύνης.
Στις 29 του Δεκέμβρη του 1992 η Ακαδημία Αθηνών απένειμε στην ΕΣΗΕΠΗΝ τιμητικό δίπλωμα για την από μέρους της θετική προσφορά στον τομέα της αληθινής πληροφόρησης του κοινού. Στις 23 του Γενάρη του 2003, εξάλλου, η ΕΣΗΕΠΗΝ αδελφοποιήθηκε με την Ένωση Συντακτών Κύπρου, σε ειδική τελετή στην Πάτρα, «επισφραγίζοντας την ταυτότητα των εθνικών τους παραδόσεων και τους κοινούς στόχους τους».
Τα κατά καιρούς Διοικητικά Συμβούλια της ΕΣΗΕΠΗΝ έχουν αναπτύξει αξιοσημείωτες δραστηριότητες σε ποικίλους τομείς της κοινωνικής και πολιτικής ζωής, πέρα από τις καθαρά συνδικαλιστικές τους ενέργειες, που αποτελούν το πρωταρχικό τους γνώρισμα. Έτσι, μεταξύ άλλων, οργάνωσαν επανειλημμένα συνεντεύξεις όλων των πολιτικών αρχηγών της χώρας στην αίθουσα των γενικών συνελεύσεων των μελών της Ένωσης και πραγματοποίησαν εκδήλωση τιμής των πρώην προέδρων της, Γεωργίου Σβέτσου, Ιωάννη Καραλή, Άγγελου Βλαχάκη, Ιωάννη Βουλδή και Χρήστου Αθανασίου και στις 29 του Νοέμβρη του 2003 εκδήλωση μνήμης του πατριάρχη της πατραϊκής δημοσιογραφίας Κωνσταντίνου Φιλόπουλου.
Σήμερα τη διοίκηση της ΕΣΗΕΠΗΝ την απαρτίζουν ο Κυριάκος Κορτέσης, πρόεδρός της και μαζί του o αντιπρόεδρός της Αντώνης Παπουτσάκης, ο γενικός γραμματέας της Γιώργος Καρβουνιάρης, ο ταμίας της Κώστας Μπουλμπασάκος και το απλό μέλος της Γιώργος Κυρούσης. Πρόκειται για μια συνδικαλιστική ηγεσία, που, όπως και όλες οι προηγούμενες ηγεσίες της Ένωσης, επιχειρεί να εκφράζεται ως συνεργάτης και φίλος του κάθε μέλους της ΕΣΗΕΠΗΝ για την αποτελεσματικότερη προάσπιση των επαγγελματικών δικαιωμάτων του κλάδου σε περιφερειακό επίπεδο και για την παράλληλη εφαρμογή από μέρους όλων των συντακτών της δημοσιογραφικής δεοντολογίας.